- φαλαγγιστής
- ο, Νζωολ. γένος μαρσιποφόρων τής αυστραλιανής περιοχής, τυπικός αντιπρόσωπος τής οικογένειας φαλαγγηρίδες, που περιλαμβάνει 46 δενδρόβια είδη κατανεμημένα σε 16 γένη, με σημαντική αναρριχητική δεινότητα.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. phalanger].
Dictionary of Greek. 2013.